Basil of Bessarion the Trebizond (2 January 1403 - 18 November 1472), Roman Catholic Cardinal and titular Latin Patriarch of Constantinople, was one of the most important Greek scholars of the Renaissance who contributed to the Renaissance. in the 16th century.
He was the most renowned pupil of George Plethon of Jemistos , initiated by the latter into Platonic philosophy, of which he later became one of the most important representatives in the West.
In 1460 Bessarion learned with bitterness about the seizure of Mystras and one year after his birthplace of Trebizond. In 1463 Bessarion was proclaimed Latin Patriarch of Constantinople (a title of only symbolic character) and at the same time he became Pope's spokesman in Venice to organize the Crusader fleet, with a plan to campaign in the summer of 1464. of Pius II in August 1464.
In 1468 Bessarion offers to the city of Venice its invaluable library: nearly 1000 manuscripts, both Greek and Latin, that will form the core of the Marcian Library of Venice. These books should, according to the wishes of Bessarion himself, be available to the Greeks, so as not to forget what their roots are now that they would not have a home.
Ελληνική εκδοχή
O Βασίλειος Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος (2 January 1403 – 18 November 1472), Ρωμαιοκαθολικός καρδινάλιος και τιτλούχος Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογίους ουμανιστές της Αναγέννησης, που συνετέλεσε καθοριστικά στην αναβίωση των γραμμάτων στη Δύση κατά τον 16ο αιώνα.
Ήταν ο πλέον ονομαστός μαθητής του Γεωργίου Πλήθωνος Γεμιστού, μυήθηκε από τον τελευταίο στην πλατωνική φιλοσοφία, της οποίας αργότερα έγινε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους στη Δύση. Υπήρξε σταθερός ο προσανατολισμός του για την ανάγκη προσέγγισης του Βυζαντίου με τη Δύση, γι’αυτό και έκανε πολλά διαβήματα προς τους Παλαιολόγους, Δεσπότες του Μυστρά, (αδελφούς του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄), για την αναγκαιότητα της παραπάνω προσέγγισης. Το 1436 έγινε ηγούμενος σε μοναστήρι της Κωνσταντινούπολης. Το 1437 όταν ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος αποφάσισε να μεταβεί στη Φεράρα ως επικεφαλής της ορθόδοξης αντιπροσωπείας προκειμένου να διαπραγματευτεί με τους ρωμαιοκαθολικούς την ένωση των Εκκλησιών και την παροχή στρατιωτικής βοήθειας κάλεσε τον Βησσαρίωνα να τον συνοδεύσει στη Σύνοδο, καθώς επίσης και τον Πλήθωνα Γεμιστό, και μάλιστα φρόντισε να χειροτονηθεί μητροπολίτης Νικαίας.
Στη βυζαντινή αντιπροσωπία στη Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας ο Βησσαρίων αναδείχθηκε ως ο διαπρεπέστερος εκπρόσωπος των ενωτικών. Μετά το πέρας της Συνόδου επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου του ανακοινώθηκε η προαγωγή του σε Καρδινάλιο από τον Πάπα Ευγένιο Δ΄, μαζί με τον Ισίδωρο του Κιέβου. Η παπική αυτή προαγωγή ήρθε ως αναγνώριση της θεολογικής και φιλοσοφικής του παιδείας. Στο μεταξύ στη Βασιλεύουσα υπήρξε μεγάλη ένταση από τους ανθενωτικούς και η παραμονή του Βησσαρίωνα εκεί θεωρούμενου ως πρωτεργάτη της υπογραφής της Ένωσης και «προδότη της πίστεως» ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Έτσι, αναγκάσθηκε να απομονωθεί σε διάφορες Μονές της Κωνσταντινούπολης επιδιδόμενος σε μελέτες αρχαίων ελληνικών κωδίκων και πατερικών κειμένων για υποστήριξη των ενωτικών θέσεων. Μετά και την κατακραυγή που δέχθηκε λαμβάνοντας μέρος στην εκλογή του ενωτικού πατριάρχου Κωνσταντινούπολης Μητροφάνη Β', που υπαγόρευσε ο αυτοκράτορας, αναγκάσθηκε την άνοιξη του 1441 να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να μεταβεί στη Δύση, για να αναλάβει τα καθήκοντά του ως καρδινάλιος.
Φθάνοντας στη Δύση απέκτησε επιρροή στο εσωτερικό της καθολικής Εκκλησίας. Το 1442 τοποθετήθηκε από τον πάπα Ευγένιο Δ’ ηγούμενος του μοναστηριού φραγκισκανών του Αγ.Ιωάννη στη Ραβέννα. Το 1450 ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ του ανέθεσε την διακυβέρνηση της Μπολόνια, τότε μέρος του παπικού κράτους. Σε αυτή την θέση έμεινε μέχρι το 1455, οπότε πέθανε ο Νικόλαος Ε΄. Στο κονκλάβιο του 1455 για την εκλογή του νέου πάπα, για πολύ μικρή διαφορά ψήφων δεν έγινε ποντίφικας. Το ίδιο συνέβη και το 1458, μετά τον θάνατο του Πάπα Καλλίστου Γ΄. To 1456 ορίστηκε αρχιεπίσκοπος Μεσσήνης και Σαβόκα στη Σικελία. Από αυτή τη θέση εργάστηκε ιδιαίτερα για την ανοικοδόμηση των μοναστηριών της Κάτω Ιταλίας και διέσωσε πολλά χειρόγραφα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων που αράχνιαζαν στις βιβλιοθήκες, όπως για παράδειγμα έκανε με την πλούσια συλλογή του San Nicola di Casole, πριν το μοναστήρι καταστραφεί από τους Τούρκους στη μάχη του Τάραντα (1480).
Ο νέος Πάπας, Πίος Β΄, γρήγορα έκανε τον Βησσαρίωνα έναν από τους σημαντικότερους συμβούλους του. Το 1460 ο Βησσαρίων έμαθε με πίκρα για την κατάληψη του Μυστρά κι ένα χρόνο μετά της γενέτειράς του Τραπεζούντας. Το 1463 ο Βησσαρίων αναγορεύτηκε Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (ένας τίτλος με συμβολικό μόνον χαρακτήρα) και τον ίδιο χρόνο έγινε εκπρόσωπος του Πάπα στην Βενετία, για να οργανώσει τον στόλο των Σταυροφόρων, με σχέδιο να εκστρατεύσουν το καλοκαίρι του 1464. Τα σχέδια ματαιώθηκαν με τον θάνατο του Πίου Β΄ τον Αύγουστο του 1464. Στο μεταξύ όμως οι Βενετοί είχαν αρχίσει τον δικό τους πόλεμο με τους Τούρκους στην Πελοπόννησο. Ο Βησσαρίων συνέβαλε σε αυτό με μια φλογερή ομιλία του προς τους άρχοντες της πόλης και τον δόγη Κριστόφορο Μόρο στις 28 Ιουλίου 1463. Για τους Βενετούς αυτός ο πόλεμος, που θα κρατήσει 16 χρόνια, θα είναι καταστροφικός, ο Βησσαρίων όμως έβλεπε τώρα στην Βενετία την κληρονόμο του Βυζαντίου. Αυτός είναι ένας από τους λόγους πού το 1468 θα χαρίσει στην πόλη της Βενετίας την ανεκτίμητη βιβλιοθήκη του: σχεδόν 1000 χειρόγραφα, ελληνικά και λατινικά, που θα αποτελέσουν τον πυρήνα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας. Τα βιβλία αυτά έπρεπε, σύμφωνα με τις επιθυμίες του ίδιου του Βησσαρίωνα, να είναι στην διάθεση των Ελλήνων, για να μην ξεχάσουν ποιες είναι οι ρίζες τους τώρα που δεν θα είχαν πατρίδα.
Από το 1464 και μετά η πολιτική δράση του Βησσαρίωνος περιορίζεται. O Βησσαρίων φρόντισε τους Έλληνες που συνέχισαν νά έρχονται από την Ανατολή κι ασχολήθηκε με τη μελέτη και την συγγραφή. Γράφει το σημαντικότερό του έργο, το In calumniatorem Platonis (Εναντίον του συκοφάντη του Πλάτωνα), εννοώντας πιθανότατα τον Γεώργιο τον Τραπεζούντιο, για να υπερασπιστεί την πλατωνική φιλοσοφία από τους αριστοτελικούς επικριτές της. Με τον θάνατο του Πάπα Παύλου Β' το 1471, προτάθηκε και πάλι από αρκετούς καρδινάλιους να γίνει Πάπας, αλλά πάλι δεν το κατόρθωσε.