Baruch Spinoza (born Benedito de Espinosa, then Benedict de Spinoza - 24 November 1632 - 21 February 1677) was a Jewish-Dutch philosopher of Sephardic Portuguese descent, perhaps the greatest philosopher of the Renaissance, the milestone of rationalism, hunted down and isolated by both Christians and Jews in the most liberal part of Europe at the time because of his perfectly rational conclusions about the nature of God.
He is best known for his proverbial work Ethics , in which he extracts with a series of productive reasoning the nature and attributes of God, the world, and human. It is an Euclidean Philosophy and Ethics, where a set of definitions and axioms results in a series of theories and conclusions. Ethics is the most striking example of the work of a philosopher who, following the Euclidean methodology, described in the form of definitions, axioms, theories and conclusions, concludes about the nature and attributes of God, as well as the nature and properties of the human mind (soul). Human and the world in this work become places of the presence of the divine nature; the divine materializes and the material becomes divine.
Ελληνική εκδοχή
«Θα ήθελα να σας προειδοποιήσω ότι δεν αποδίδω στη φύση είτε ομορφιά είτε παραμόρφωση, τάξη ή σύγχυση. Μόνο σε σχέση με τη φαντασία μας τα πράγματα μπορούν να ονομαστούν ωραία ή άσχημα, τακτοποιημένα ή συγχυσμένα».
Ο Baruch Spinoza (γεννηθείς ως Benedito de Espinosa, στη συνέχεια Benedict de Spinoza - 24 November 1632 – 21 February 1677) ήταν Εβραιο-Ολλανδός φιλόσοφος Σεφαραδίτικης Πορτογαλικής καταγωγής. ο μεγαλύτερος ίσως φιλόσοφος της Αναγέννησης, ο ογκόλιθος του ορθολογισμού, κυνηγημένος και απομονωμένος τόσο από τους χριστιανούς όσο και από τους Εβραίους στο πιο ελευθεριακό τότε κομμάτι της Ευρώπης λόγω των απόλυτα ορθολογικών πορισμάτων του για τη φύση του θεού.
Είναι ο κατ’ εξοχήν αυστηρά ρασιοναλιστής φιλόσοφος με τεράστια επίδραση στην εποχή του αλλά και αργότερα σε βάθος χρόνου. Επηρεασμένος από την επαναστατική μεθοδολογία του René Descartes, ο Spinoza έγινε η κύρια φιλοσοφική μορφή της Χρυσής Εποχής της Ολλανδίας. Το όνομα Benedictus σημαίνει ευλογημένος.
Γνωστός κυρίως για το παροιμιώδες έργο του Ηθική, στο οποίο εξάγει με μια σειρά παραγωγικών συλλογισμών τη φύση και τις ιδιότητες του θεού, του κόσμου και του ανθρώπου. Είναι δηλαδή μια Ευκλείδεια Φιλοσοφία και Ηθική, όπου από ένα σύνολο ορισμών και αξιωμάτων καταλήγει σε μια σειρά από θεωρήματα και πορίσματα. Η Ηθική είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα έργου ενός φιλόσοφου, ο οποίος, ακολουθώντας την Ευκλείδεια μεθοδολογία, περιέγραψε υπό τη μορφή ορισμών, αξιωμάτων, θεωρημάτων και πορισμάτων με λεπτομέρεια τη φύση και τις ιδιότητες του θεού, καθώς επίσης τη φύση και τις ιδιότητες του ανθρώπινου νου (ψυχής). Ο άνθρωπος και ο κόσμος στο έργο αυτό γίνονται τόποι παρουσία της θείας φύσης, το θείο υλικοποιείται και η ύλη θεϊκοποιείται.
Η απόδειξή του ότι ο θεός – ένα όν άπειρο, αναγκαίο, αναίτιο και αδιαίρετο – είναι η μόνη υπόσταση (substance) του σύμπαντος δίνεται μέσα από τρία βήματα: Κατ’ αρχήν εδραιώνει ότι δεν είναι δυνατόν δυο υποστάσεις να συμμερίζονται την ίδια ιδιότητα (attribute) ή ουσία (essence). Στη συνέχεια αποδεικνύει ότι υπάρχει μια υπόσταση με άπειρες ιδιότητες (που την ορίζει ως τον θεό). Τέλος, συμπερασματικά, αποδεικνύει ότι η ύπαρξη αυτής της άπειρης υπόστασης αποκλείει την ύπαρξη κάθε άλλης υπόστασης. Γιατί αν υπήρχε και μια δεύτερη υπόσταση θα είχε την ίδια ιδιότητα ή ουσία. Αλλά εφόσον ο θεός έχει όλες τις δυνατές ιδιότητες, τότε η ιδιότητα που θα κατεχόταν από αυτή τη δεύτερη υπόσταση θα ήταν μια από τις ιδιότητες που ήδη κατέχεται από τον θεό. Αλλά έχει ήδη εδραιωθεί ότι δυο υποστάσεις δεν μπορούν να έχουν την ίδια ιδιότητα. Συνεπώς δεν μπορεί να υπάρχει πέραν του θεού καμία δεύτερη τέτοια υπόσταση.
Αν όμως ο θεός είναι η μόνη υπόσταση, τότε επειδή κατά το 1ο αξίωμα ό,τι υπάρχει ή είναι υπόσταση ή είναι μέσα σε μια υπόσταση, συνεπάγεται ότι οτιδήποτε άλλο πρέπει να είναι μέσα στον θεό. «Οτιδήποτε υπάρχει είναι μέσα στον θεό και τίποτε μπορεί να υπάρχει ή να συλληφθεί χωρίς τον θεό». Όλα αυτά που είναι μέσα στον θεό είναι αυτό που ονομάζει ο Spinoza τρόπους (modes).
Μόλις εδραιώθηκε αυτό το συμπέρασμα, ο Spinoza αμέσως αποκαλύπτει τον σκοπό της επίθεσής του. Ο ορισμός του θεού είναι τέτοιος που αποκλείει κάθε ανθρωπομορφισμό του θείου όντος, αυτός ήταν άλλωστε λόγος του αφορισμού του από την εβραϊκή κοινότητα επειδή μιλούσε για ένα θεό που υπάρχει μόνο ως φιλοσοφική έννοια. Στο σχόλιό του στην 15η πρότασή του γράφει εναντίον «όσων παριστάνουν τον θεό σαν άνθρωπο που αποτελείται από ένα σώμα και ένα νου (ψυχή) υποκείμενο σε πάθη. Πόσο μακριά περιπλανώνται από την πραγματική γνώση του θεού, είναι επαρκώς θεμελιωμένο από όσα έχουν ήδη αποδειχθεί». Εκτός του ότι είναι λανθασμένη μια τέτοια ανθρωπομορφική αντίληψη του θεού, καθώς στέκεται ως κρίση πάνω από μας μπορεί να έχει μόνο βλαβερές επιδράσεις πάνω στην ανθρώπινη ελευθερία και δράση, καθώς προωθεί μια ζωή υποδουλωμένη στην ελπίδα και τον φόβο και στις προλήψεις που προκαλούνται από αυτά τα συναισθήματα.